Sunday, June 14, 2020

H ζωή και το έργο ενός επαναστάτη



«Ο άνθρωπος φτάνει στην κατάσταση του πλήρους ανθρωπισμού όταν παράγει, 
χωρίς να αναγκάζεται από φυσική ανάγκη να πουλάει τον εαυτό του ως προϊόν» 
Ερνέστο Γκεβάρα Ντε Λα Σέρνα. 

Ο Ερνέστο Γκεβάρα γεννήθηκε στο Ροσάριο της Αργεντινής, γιος της Σέλια ντε λα Σέρνα και 
του Ερνέστο Γκεβάρα Λιντς, το μεγαλύτερο από τα συνολικά πέντε παιδιά της 
οικογένειας. Σύμφωνα με το πιστοποιητικό γέννησής του, γεννήθηκε στις 14 Ιουνίου 1928.
Λέγεται ότι τα τελευταία του λόγια ήταν: «Πείτε στο Φιντέλ ότι αυτή η αποτυχία δεν
σημαίνει ότι ήρθε το τέλος της επανάστασης. Θα θριαμβεύσει αλλού. Πείτε στην Αλέιδα
να με ξεχάσει, να ξαναπαντρευτεί και να βάζει τα παιδιά να διαβάζουν. Πείτε στους 
στρατιώτες να σημαδεύουν καλά».



Επανάσταση στην Κούβα

Στα τέλη Σεπτεμβρίου του 1954, ο Γκεβάρα ταξίδεψε στο Μεξικό, που αποτελούσε
 κοινό προορισμό εξόριστων Λατινοαμερικανών. Στην πόλη του Μεξικού, συνάντησε τον 
Κουβανό εξόριστο Νίκο Λόπες, γνώριμό του από την περίοδο της παραμονής του στη 
Γουατεμάλα, ενώ επανασυνδέθηκε και με την Ίλδα Γκαδέα. Το καλοκαίρι του 1955 ήρθε σε 
επαφή με τον αδελφό του Φιντέλ Κάστρο, Ραούλ, από τον οποίο πληροφορήθηκε την 
επικείμενη άφιξη του Κάστρο στο Μεξικό. Στις αρχές Ιουλίου του 1955, o Γκεβάρα 
συνάντησε για πρώτη φορά τον Φιντέλ Κάστρο,o οποίος ήταν αρχηγός των 
«Μoνκαντίστας» και είχε καταφύγει στο Μεξικό μετά την αποφυλάκισή του, αποτέλεσμα
 της χάρης που του δόθηκε από τον Μπατίστα. Την ίδια περίπου περίοδο, η 
Γκαδέα του ανακοίνωσε πως ήταν έγκυος και ο Γκεβάρα της πρότεινε γάμο, ο οποίος 
τελέστηκε τελικά στις 18 Αυγούστου 1955, στο ληξιαρχείο του μεξικανικού
χωριού Τεποτσοτλάν. Πεπεισμένος πως ο Κάστρο είχε τις προϋποθέσεις να 
αποτελέσει ένα χαρισματικό ηγέτη της κουβανικής επανάστασης, ο Γκεβάρα συμμετείχε στο 
κίνημα της 26ης Ιουλίου, με στόχο την ένοπλη δράση για την ανατροπή του 
κουβανικού καθεστώτος. Ο Γκεβάρα συμφώνησε να τους συνοδεύσει με την ιδιότητα του 
γιατρού, ωστόσο έλαβε κανονικά μέρος στη στρατιωτική εκπαίδευση των ανταρτών. 
Την ίδια περίοδο θεωρείται πιθανό πως απέκτησε το προσωνύμιο Τσε (Che), εξαιτίας της 
συχνής χρήσης της λέξης che (φίλος ή και επιφώνημα: Ε, εσύ!) που έκανε ο ίδιος
μιλώντας, έκφραση που αν και είχε εισαχθεί στη γλώσσα των Αργεντινών, φαινόταν αστεία 
στους Κουβανούς.
Στις 25 Νοεμβρίου του 1956, 82 επαναστάτες, μεταξύ αυτών και ο Τσε Γκεβάρα, ταξίδεψαν 
με το πλοιάριο Granma, από τον ποταμό Τούξπαν του Μεξικoύ με προορισμό την Κούβα,
στην οποία έφθασαν τελικά στις 2 Δεκεμβρίου. Κατά την απόβασή τους δέχθηκαν επίθεση 
από τα στρατεύματα του καθεστώτος, από την οποία επέζησαν 15-20 αντάρτες που 
κατάφεραν ν' ανασυνταχθούν και να καταφύγουν στα βουνά της Σιέρα 
Μαέστρα. Η αποφασιστικότητά του και οι ικανότητες του, σύντομα οδήγησαν στην άνοδό 
του στην ιεραρχία του αντάρτικου Σώματος, κερδίζοντας το σεβασμό των υπόλοιπων 
ανταρτών, χωρίς να απουσιάζει και το αίσθημα του φόβου που προκαλούσε ενίοτε η 
σκληρότητά του, υπεύθυνος ο ίδιος για εκτελέσεις ανταρτών που λειτουργούσαν
ως πληροφοριοδότες του κουβανικού καθεστώτος.





Κομαντάντε Τσε Γκεβάρα

Υπήρξε ο πρώτος αντάρτης, στον οποίο δόθηκε το αξίωμα του Κομαντάντε του 
Επαναστατικού Στρατού της Κούβας, στις 21 Ιουλίου 1957. Ο Κάστρο του εμπιστεύτηκε την 
ηγεσία της Δεύτερης Φάλαγγας του αντάρτικου στρατού, έχοντας έτσι μόνο τον Κομαντάντε 
εν Σέφε Φιντέλ Κάστρο ως ανώτερό του.


Η μεγαλύτερη ίσως στρατιωτική επιτυχία του Τσε Γκεβάρα υπήρξε η κατάκτηση της Σάντα 
Κλάρα στις 29 Δεκεμβρίου 1958, μία καθοριστική στιγμή στην ιστορία της 
κουβανικής επανάστασης. Με την κατάκτηση της Σάντα Κλάρα, ο δρόμος για την 
πρωτεύουσα Αβάνα ήταν πλέον ελεύθερος και την 1η Ιανουαρίου του 1959, ο 
δικτάτορας Μπατίστα εγκατέλειψε την Κούβα, με προορισμό τη Δομινικανή Δημοκρατία. 
Τη μάχη στη Σάντα Κλάρα ακολούθησαν και άλλες σημαντικές πολεμικές συγκρούσεις,
πριν την τελική επικράτηση των ανταρτών.


Ενθερμος υποστηρικτής της προσέγγισης με τη 
Σοβιετική Ενωση

Στην ακμή της πολιτικής του δραστηριότητας ως μέλος της κυβέρνησης, ο Τσε 
διορίστηκε διευθυντής της Εθνικής Τράπεζας της Κούβας, στις 26 Νοεμβρίου 1959, 
διατηρώντας παράλληλα την ευθύνη για το τμήμα βιομηχανίας του ΙΝRΑ και την 
πολιτιστική επιμόρφωση του στρατού. Ανάμεσα στις πρώτες του ενέργειες ήταν μία σειρά 
μέτρων με στόχο τον έλεγχο του αποθέματος συναλλάγματος, καθώς και η ρευστοποίηση
των τραπεζών του καθεστώτος του Μπατίστα. Στα τέλη του έτους, και ενώ οι τράπεζες των 
Ηνωμένων Πολιτειών είχαν ήδη αναστείλει τις πιστώσεις των εισαγωγών, άρχισε να 
διερευνά, σε συνεργασία με τον Φιντέλ Κάστρο και άλλους κομμουνιστές ηγέτες, το 
ενδεχόμενο της σοβιετικής στήριξης. Το Φεβρουάριο του 1960 υποδέχθηκε τον Αναστάς 
Μικογιάν, μέλος του πολιτικού γραφείου του κομμουνιστικού κόμματος της Σοβιετικής 
Ένωσης και ένθερμο υποστηρικτή της προσέγγισης με την Κούβα, όπως άλλωστε ήταν
 αρχικά και ο ίδιος ο Τσε. Το επόμενο διάστημα εντάθηκε η αντιπαράθεση μεταξύ των
 Ηνωμένων Πολιτειών και της κουβανικής κυβέρνησης, ενώ στις 13 Οκτωβρίου 
κηρύχθηκε εμπάργκο σε όλα τα εμπορεύματα με προορισμό την Κούβα, αποκλείοντας τη
χώρα από κάθε οικονομική δραστηριότητα.


Με στόχο την επανάσταση κατά του ιμπεριαλισμού

Εχοντας ως στόχο την εξαγωγή της Παγκόσμιας Επανάστασης, ο Τσε Γκεβάρα θα 
βρεθεί στο Κονγκό, ενισχύοντας και βοηθώντας οργανωτικά τον Λαϊκό Απελευθερωτικό 
Στρατό. Μαζί με τον δεύτερο στην ιεραρχία Βικτόρ Ντρέκε και δώδεκα ακόμα 
Κουβανούς πολεμιστές έφθασε εκεί στις 24 Απριλίου του 1965, ενώ λίγο αργότερα 
ακολούθησαν και άλλοι Κουβανοί, συνθέτοντας συνολικά μία φάλαγγα με περισσότερα από 
εκατό μέλη. Σύμφωνα με τον πρόεδρο της Αλγερίας εκείνη την περίοδο και φίλο του, Αχμέντ
 Μπεν Μπέλα, «η κατάσταση που κυριαρχούσε στην Αφρική οδήγησε τον Τσε στο
 συμπέρασμα πως η ήπειρος αποτελούσε τον αδύναμο κρίκο του ιμπεριαλισμού. Ήταν 
λοιπόν στην Αφρική που αποφάσιζε να αφιερώσει τις προσπάθειές του». Η έλλειψη 
οργάνωσης και συνοχής των κονγκολέζικων δυνάμεων καταγράφεται στα ημερολόγια 
του Τσε Γκεβάρα ως ο κύριος λόγος της αποτυχίας της επανάστασης.


Στα τέλη του έτους εγκατέλειψε το Κονγκό, μαζί με τους επιζώντες της κουβανικής ομάδας
 (έξι μέλη της είχαν πεθάνει σε μάχη), και πέρασε τους επόμενους έξι μήνες στο Νταρ ες 
Σαλάμ της Τανζανίας. Το Φεβρουάριο του 1966 ταξίδεψε μεταμφιεσμένος και με 
πλαστό διαβατήριο, με προορισμό την Πράγα. Εκεί άρχισε να επεξεργάζεται την ιδέα 
ενός νέου αντάρτικου στη Λατινική Αμερική, με αρχικό στόχο το Περού και αργότερα 
εστιάζοντας στη Βολιβία. 

Στις 9 Οκτωβρίου 1967, 53 χρόνια πριν, δολοφονήθηκε στον οικισμό Λα Χιγκιέρα o
μεγαλύτερος ανιδιοτελής επαναστάτης της σύγχρονης παγκόσμιας ιστορίας. Ο Ερνέστο 
Γκεβάρα Ντε Λα Σέρνα, «Τσε», ήταν το άτομο που έμελλε να αποτελέσει το ίνδαλμα για 


πολλούς ανθρώπους που στο πρόσωπό του βρήκαν τον ηγέτη που έκφραζε τα πιστεύω
 τους. Ακόμα και στις μέρες μας βλέπουμε πολύ κόσμο να φοράει φανέλες με τη 
φωτογραφία του, ανθρώπους να σχεδιάζουν το πρόσωπό του ως στίγμα πάνω στο κορμί
 τους, ακόμα και τραγούδια σε πολλές γλώσσες του κόσμου έχουν γραφτεί για το 
μεγάλο επαναστάτη. Το σίγουρο είναι πως ο «Τσε» θα συνεχίσει να ασκεί την επιρροή του
 πάνω στον απλό και καταπιεσμένο άνθρωπο και προπαντώς πάνω στους νέους 
ανθρώπους που στο φαινόμενο «Γκεβάρα» βρίσκουν ιδανικά που ελάχιστα άτομα στην 
ανθρώπινη ιστορία μπόρεσαν ν' αναπτύξουν.